ύδρευση - translation to English
Display virtual keyboard interface

ύδρευση - translation to English


ύδρευση         
water supply
water supply         
  • A girl collects clean water from a communal water supply in [[Kawempe]], [[Uganda]].
PROVISION OF WATER BY PUBLIC UTILITIES, COMMERCIAL ORGANISATIONS, COMMUNITY ENDEAVORS OR BY INDIVIDUALS
Waterworks; Water source; Water Supply and Waterworks; Water-Supply; Water supply engineering; Public water supply; Supply water; Water-works; Water supplies; Water-supply engineering; Water provider
ύδρευση

Wikipedia

Ύδρευση
Η ύδρευση είναι ο εφοδιασμός με νερό μέσω δημόσιων επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας, εμπορικούς οργανισμούς, κοινωφελείς προσπάθειες ή άτομα, συνήθως μέσω συστήματος αντλιών και αγωγών νερού. Η άρδευση καλύπτεται ξεχωριστά